Ο θρύλος της ΑΕΚ και ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποδοσφαιριστές
Ο Μίμης Παπαϊωάννου υπήρξε μία από τις πιο εμβληματικές φιγούρες στην ιστορία της ΑΕΚ, αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Μια καριέρα που σφραγίστηκε από ηγετικά χαρακτηριστικά και βαθιά αγάπη για την κιτρινόμαυρη φανέλα, τον κατέστησε πρότυπο για γενιές ποδοσφαιριστών και φίλων του ποδοσφαίρου. Η φήμη του ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα και τον έχει κατατάξει ως έναν από τους κορυφαίους παίκτες που ανέδειξε η χώρα κατά τον 20ό αιώνα.
Πρώτα βήματα και άνοδος
Ο Μίμης Παπαϊωάννου γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1942 στη Νέα Νικομήδεια Ημαθίας. Από πολύ μικρός ενεπλάκη με το ποδόσφαιρο, καθώς ο πατέρας του ήταν έφορος στην τοπική ομάδα Νέα Γενεά. Το ταλέντο του φάνηκε από νωρίς και σε ηλικία 16 ετών ξεκίνησε να παίζει για την ομάδα των νέων, πριν μεταγραφεί στη Βέροια το 1960 όπου καθιερώθηκε αμέσως με τις εμφανίσεις του.
Το 1962, σε ηλικία μόλις 19 ετών, η ΑΕΚ τον απέκτησε με το ποσό των 175.000 δραχμών, κατόπιν υπόδειξης του Τρύφωνα Τζανετή και απόφασης του προέδρου Νίκου Γκούμα, ένα σημαντικό ποσό για την εποχή, σηματοδοτώντας την αρχή μιας μακράς και μοναδικής σχέσης με τον σύλλογο.
Η άφιξη στην ΑΕΚ και η καθιέρωση
Από το καλοκαίρι του 1962 ο Παπαϊωάννου φορούσε την κιτρινόμαυρη φανέλα, ξεκινώντας μια ποδοσφαιρική πορεία που διήρκησε 17 συνεχόμενες σεζόν στον ίδιο σύλλογο. Από τα πρώτα του βήματα, δημιουργήθηκε ένα εκπληκτικό επιθετικός δίδυμο με τον Κώστα Νεστορίδη, κάτι που αποτέλεσε βασικό στοιχείο για να χτίσει η ΑΕΚ τις επιτυχίες της δεκαετίας του 1960.
Την 27η Σεπτεμβρίου 1962 πέτυχε το πρώτο του γκολ σε νίκη 7-2 επί του Αιγάλεω, ενώ σύντομα άρχισε να σκοράρει σε κρίσιμους αγώνες, συμπεριλαμβανομένου του ντέρμπι με τον Ολυμπιακό την ίδια σεζόν. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία ήρθε στο πρωτάθλημα 1962-63, όταν η ΑΕΚ κατέκτησε τον τίτλο μετά από 23 χρόνια, με τον Παπαϊωάννου να έχει κρίσιμο ρόλο, σκοράροντας δύο φορές στον τελικό μπαράζ τίτλου κόντρα στον Παναθηναϊκό.
Σταρ του ελληνικού πρωταθλήματος
Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 και της επόμενης δεκαετίας του 1970, ο Παπαϊωάννου ήταν σημείο αναφοράς για την ΑΕΚ και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος δύο φορές (1964, 1966) και αποτέλεσε έναν από τους πιο παραγωγικούς επιθετικούς της εποχής του.
Η επιμονή του στο παιχνίδι, η τεχνική του κατάρτιση και η ευελιξία του (μπορούσε να παίξει τόσο ως καθαρός επιθετικός όσο και ως επιθετικός μέσος) τον καθιστούσαν ιδιαίτερα δύσκολο αντίπαλο για κάθε άμυνα. Παρά το μικρότερο σε σχέση με άλλους μεγάλους επιθετικούς ύψος (1,68 μ), η ικανότητά του στο άλμα και η δύναμη της κεφαλιάς του πρόσθεταν άλλη διάσταση στο επιθετικό του παιχνίδι.
Αγωνιστικές επιτυχίες και τίτλοι
Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στην ΑΕΚ, ο Παπαϊωάννου κατέκτησε συνολικά πέντε πρωταθλήματα Ελλάδας (1962-63, 1967-68, 1970-71, 1977-78, 1978-79) και τρία Κύπελλα Ελλάδας (1964, 1966, 1978).
Το 1968-69 η ΑΕΚ έφτασε στα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, μια από τις πρώτες μεγάλες ευρωπαϊκές επιτυχίες ελληνικής ομάδας, και το 1976-77 έφτασε έως τα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA, με τον Παπαϊωάννου να παίζει ηγετικό ρόλο σε αυτούς τους αγώνες.
Καθ’ όλη τη δεκαετία του 1970, ο Παπαϊωάννου παρέμεινε βασικός και συνεπής, συμβάλλοντας τόσο στην επίτευξη τίτλων όσο και στη συνολική εξέλιξη του συλλόγου σε επίπεδο τακτικής και αγωνιστικής νοοτροπίας.
Ο ηγετικός ρόλος και η προσωπικότητα
Ο Παπαϊωάννου ξεχώριζε όχι μόνο για τα αγωνιστικά του προσόντα αλλά και για τον χαρακτήρα του. Ήταν ένας παίκτης με συνείδηση ευθύνης, επαγγελματισμό και ήθος, στοιχεία που κέρδισαν την εκτίμηση των συμπαικτών, των προπονητών και των φιλάθλων. Το πάθος του για την ΑΕΚ και η αφοσίωσή του στην ομάδα ήταν παροιμιώδης· υπήρξε «καρδιά» της επίθεσης και ψυχή της ομάδας στις δύσκολες στιγμές.
Διεθνής προσφορά και διακρίσεις
Σε εθνικό επίπεδο, ο Παπαϊωάννου φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδος 61 φορές, σημειώνοντας 21 γκολ. Η παρουσία του στην Εθνική ήταν σημαντική, καθώς αποτέλεσε σημείο αναφοράς όταν η εθνική ομάδα επιζητούσε σταθερότητα και δημιουργία στην επίθεση.
Παράλληλα με την καριέρα του, η IFFHS τον αναγνώρισε ως τον κορυφαίο Έλληνα ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα, ενώ το 2021 επιλέχθηκε στην καλύτερη ενδεκάδα όλων των εποχών του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Τέλος καριέρας και ζωή μετά το ποδόσφαιρο
Το 1979 ο Παπαϊωάννου αποχώρησε από την ενεργό δράση στην Ελλάδα μετά από 481 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, με 236 γκολ, αριθμός που αποτέλεσε ρεκόρ στην εποχή του και παρέμεινε ορόσημο μέχρι να τον ξεπεράσει ο Θωμάς Μαύρος 11 χρόνια αργότερα.
Ακολούθησε σύντομη περίοδος στην Αυστραλία, όπου αγωνίστηκε στον Πανελλήνιο Μελβούρνης. Επόμενος σταθμός η Αμερική, όπου αγωνίστηκε για μια περίοδο στον Παγκύπριο Νέας Υόρκης ως παίκτης - προπονητής και κατάφερε να κατακτήσει το νταμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα και κύπελλο.
Μετά την ενεργό δράση, ο Παπαϊωάννου εργάστηκε ως προπονητής σε διάφορες ομάδες διατηρώντας πάντα τον σεβασμό και την αναγνώριση ως ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες που φόρεσαν ποτέ ποδοσφαιρική φανέλα.
Κληρονομιά και μνήμη
Ο Μίμης Παπαϊωάννου απεβίωσε στις 15 Μαρτίου 2023 σε ηλικία 80 ετών, μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας, αφήνοντας πίσω του μια ανυπέρβλητη κληρονομιά στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η προσφορά του στην ΑΕΚ και η θέση του στην ιστορία του αθλήματος παραμένουν αδιαμφισβήτητες: πουθενά δεν αποτυπώνεται καλύτερα αυτή η κληρονομιά από την αγάπη και το σεβασμό που του δείχνουν οι φίλοι της ομάδας και οι φίλαθλοι του ποδοσφαίρου γενικότερα.

